Ενημέρωση

Η εορτή των Αγίων Μεγάλων Βασιλέων και Ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης

Μετ’ ευλαβείας πολλής εόρτασε και εφέτος τους Πολιούχους Αγίους της  Κωνσταντίνο και Ελένη η πόλη της Ελούντας. Ο Μέγας Πανηγυρικός Εσπερινός τελέστηκε χοροστατούντος του Σεβ. Μητροπολίτου Πέτρας και Χερρονήσου κ. Γερασίμου, παρουσία του Εξοχωτάτου Υπουργού Ναυτιλίας κ. Ιωάννη Πλακιωτάκη και των Αρχών του τόπου.

Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε: “Η Αγία Ορθόδοξος του Χριστού Εκκλησία εορτάζει σήμερα τη μνήμη των ευσεβών και θεοστέπτων Βασιλέων και Ισαποστόλων Κωνσταντίνου του Μεγάλου και της Μητρός αυτού Αγίας Ελένης. Είναι γνωστό πως λίγα πρόσωπα στη μακραίωνη πορεία της ανθρωπότητας τιμήθηκαν από την Ιστορία με τον τίτλο του Μεγάλου. Εξέχουσα ανάμεσά τους μορφή αποτελεί αναμφίβολα ο Μέγας Κωνσταντίνος.

Και αναδείχτηκε πραγματικά Μεγάλος, σε έργα πολιτικής σύνεσης, οικονομικής διαχείρισης, διοικητικής μεταρρύθμισης, στρατιωτικής δεξιοτεχνίας, φρόνησης και ανδρείας, Μεγάλος και σε έργα μεγάλα, στερέωσης του μέχρι τότε χειμαζομένου Χριστιανισμού, ενίσχυσης της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αποκατάστασης της εσωτερικής της ενότητας, τιμής των αγίων Μαρτύρων, ανέγερσης ναών, σύγκλησης Συνόδων. Και μαζί του ασφαλώς μεγαλύνεται η Αγία μητέρα του Ελένη η Μικρασιάτισσα Αγία, η παιδαγωγός, και συμβοηθός, και συντελεστής στα θεία έργα, στη φιλανθρωπία, στην εύρεση του Τιμίου Σταυρού και ανάδειξη των Αγίων Τόπων, στη στήριξη των πιστών, στον εκχριστιανισμό των απίστων. Πόσα άραγε δεν οφείλει σήμερα ο χριστιανικός κόσμος στη αγία τούτη δυάδα.

Η βασιλεία του Κωνσταντίνου επηρέασε σημαντικά τη μελλοντική ιστορία, όχι μόνο της αυτοκρατορίας, αλλά και του κόσμου ολόκληρου. Σπουδαιότερα γεγονότα της βασιλείας του ήταν η ίδρυση της Κωνσταντινουπόλεως (της «Νέας Ρώμης») στις όχθες του Βοσπόρου στην ελληνική αποικία των Μεγαρέων Βυζάντιο, και η μεταφορά εκεί της πρωτεύουσας της αυτοκρατορίας.

Τα εγκαίνια της, έγιναν στις 11 Μαΐου  330 με μεγαλοπρέπεια και η πόλη αφιερώθηκε στην ιδιαίτερη προστασία της Υπεραγίας Θεοτόκου, Υπερμάχου Στρατηγού της Πόλεως. Οι Βυζαντινοί συμπλήρωσαν την αίγλη και τη δόξα της Βασιλεύουσας και προπαντός την κατέστησαν το κέντρο του Χριστιανισμού και της Ορθοδοξίας. Ενώ μέσα από την ελληνική γλώσσα που αποτελούσε πλέον την επίσημη γλώσσα της Αυτοκρατορίας διασώθηκε ο ελληνικός πολιτισμός που φώτισε τον κόσμο και ιδιαίτερα την Ευρώπη. «Το Βυζάντιο είναι η ελληνική γλώσσα και η Ορθοδοξία, δηλαδή τα δύο βασικά συστατικά της ρωμιοσύνης. Βέβαια το Βυζάντιο ήταν μια πολυεθνική αυτοκρατορία, αλλά ήταν μια αυτοκρατορία ελληνόφωνη. Το ότι το Βυζάντιο ήταν ελληνόφωνο έσωσε όλον τον ελληνικό πολιτισμό».

Σημειώνει πολύ εύστοχα η Βυζαντινολόγος  Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ και συμπληρώνει: «Αθήνα, Ιερουσαλήμ και Ρώμη. Χωρίς αυτά δεν υπάρχει Ευρώπη. Κι όλα αυτά τα τρία, συμπυκνωμένα μαζί, είναι το Βυζάντιο. Επομένως το Βυζάντιο είναι Ευρώπη, γιατί είναι ελληνόφωνο όπως η Αθήνα, χριστιανικό όπως η Ιερουσαλήμ κι έχει υιοθετήσει όλη τη ρωμαϊκή διοίκηση».

Άλλα μεγάλα έργα του Αγίου Κωνσταντίνου που σημάδεψαν την ιστορία είναι η επίσημη αναγνώριση του Χριστιανισμού ως ισότιμης θρησκείας με τις άλλες με την υπογραφή κατά το έτος 313 του γνωστού περί ανεξιθρησκίας διατάγματος των Μεδιολάνων καθώς και η σύγκληση της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου το 325 στη Νίκαια της Βιθυνίας,  και από την οποία καταδικάστηκαν οι αιρετικές διδασκαλίες του Αρείου και θεσπίσθηκαν τα πρώτα επτά  άρθρα του Συμβόλου της Πίστεως.

Ο Μ. Κωνσταντίνος υπήρξε Βασιλεύς ευσεβής. Τιμούσε τους Αγίους, συνομιλούσε και συμβουλευόταν τον άγιο Αντώνιο, εκκλησιαζόταν συχνά παρ’  ότι δεν είχε ακόμα βαπτιστεί Χριστιανός, καθιέρωσε τον Τίμιο Σταυρό σαν σύμβολο του κράτους, και όπως μας πληροφορεί ο ιστορικός Ευσέβιος, από την ημέρα που βαπτίστηκε Χριστιανός μέχρι τον θάνατό του δεν φόρεσε το στέμμα και τα αυτοκρατορικά ενδύματα αλλά παρέμεινε ενδεδυμένος με τον λευκό του βαπτίσματος χιτώνα. Ενώ αμέσως μετά το άγιο Βάπτισμα είπε: «Τώρα, σύμφωνα με το λόγο της αληθείας, ξέρω ότι είμαι μακάριος, τώρα έχω γίνει άξιος της αθανάτου ζωής, τώρα έχω πιστέψει πως έλαβα το θείο φως». 

Ο Μέγας Κωνσταντίνος υπήρξε Δίκαιος Άρχοντας με μοναδικό κριτήριο στις αποφάσεις του την ευημερία του Λαού που ο Θεός του ανάθεσε να διακυβερνήσει, και όχι των αριθμών. Υπήρξε Νομοθέτης που εξέδωσε πολλούς νόμους επηρεασμένος από τον τέλειο Νόμο του Ευαγγελίου, καθιέρωσε δε, ανάμεσα σε άλλα, την αργία της Κυριακής που σήμερα στο όνομα  οικονομικών συμφερόντων τόσο άστοχα ορισμένοι επιθυμούν να καταργήσουν. Ο Μέγας Κωνσταντίνος υπήρξε άρχοντας οραματιστής ενός νέου κόσμου στον οποία θα βασίλευαν η Δικαιοσύνη, η ευημερία, η ελευθερία και η αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Αυτά ακριβώς τα Κωνσταντίνεια οράματα στάθηκαν αφορμή για την δημιουργία ενός νέου πολιτισμού που έδωσε και συνεχίζει να δίνει πνοή στην Ανθρωπότητα.

Ο Καθηγητής Βλάσιος Φειδάς εύστοχα σημειώνει: «Ο Μέγας Κωνσταντίνος είναι η κατ’ εξοχήν πολιτική και θρησκευτική μορφή του όλου χριστιανικού κόσμου, η οποία προσδιόρισε το περιεχόμενο της παγκόσμιας ιστορίας κατά τρόπο μοναδικό, με διαχρονικά και συγχρονικά κριτήρια για την αξιολόγηση του μεγαλόπνοου οράματός του. Χωρίς το όραμα αυτό ούτε η Ευρώπη θα είχε συγκεκριμένη πνευματική κληρονομιά ούτε ο κόσμος μια τόσο ακμαία ακτινοβολία του χριστιανικού μηνύματος για το Θεό, τον άνθρωπο και τον κόσμο».

Ευχόμαστε και προσευχόμαστε το ηγετικό  παράδειγμα του Μ. Κωνσταντίνου να εμπνεύσει τους σύγχρονους άρχοντες των Λαών να τους φωτίζει, προστατεύει και να τους οδηγήσει στην ορθή διαχείριση των πολλών και μεγάλων προβλημάτων της εποχής μας.”

Μετά το πέρας του Εσπερινού πραγματοποιήθηκε Ιερά Λιτανεία στις κεντρικές οδούς τη πόλεως.

Ανήμερα της εορτής, ο Σεβασμιώτατος ιερούργησε στον πανηγυρίζοντα Ι. Ναό στο Σίσι.

Back to top button