Ενημέρωση

Η επέτειος της Μάχης της Κρήτης και της Μάχης του Λασιθίου

Την Κυριακή 29  Μαΐου εορτάστηκαν πανηγυρικώς στην Ιερά Μονή Παναγίας Κρουσταλλένιας οι επέτειοι της Μάχη της Κρήτης και της Μάχης του Λασιθίου. Ανήμερα των εορταστικών εκδηλώσεων τελέστηκε Θεία Λειτουργία στο Καθολικό της Μονής, ιερουργούντος του Σεβ. Μητροπολίτου Πέτρας κ. Χερρονήσου κ. Γερασίμου.

Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας τελέστηκε Δοξολογία, παρουσία του Υπουργού κ. Ιωάννη Πλακιωτάκη, του Αντιπεριφερειάρχου Λασιθίου κ. Ιωάννη Ανδρουλάκη, του τέως Βουλευτή κ. Εμμ. Θραψανιώτη, του Δημάρχου Οροπεδίου κ. Ιωάννη Στεφανάκη, των Αντιδημάρχων του Δήμου και εκπροσώπων των Στρατιωτικών Αρχών και των Σωμάτων Ασφαλείας.

Μετά την τέλεση της Επιμνημόσυνης Δέησης και την κατάθεση Στεφάνων στο μνημείο των Πεσόντων, εξεφώνησε τον πανηγυρικό της ημέρας  ο κ. Εμμανουήλ Μακράκης, διδάκτωρ Πανεπιστημίου. Παραθέτουμε αυτούσια την ομιλία του.

“Σεβασμιώτατε, κύριε Υπουργέ, κύριε Αντιπεριφερειάρχη, κύριε Βουλευτή, κύριε Δήμαρχε Οροπεδίου Λασιθίου, κύριοι Δήμαρχοι, Δημοτικοί Σύμβουλοι, εκπρόσωποι  αρχών και φορέων, κυρίες και κύριοι

Συμπληρώνονται 156 χρόνια από τις δεκαήμερες Μάχες του Λασιθίου, τις σημαντικότερες κατά την τρίχρονη επανάσταση του 1866. Εδώ, στο Λασίθι γράφτηκαν χρυσές σελίδες της νεότερης ιστορίας μας. Εδώ  γιόμισαν οι στράτες, τα πλάγια του Λασιθιού κι ο κάμπος αρματωμένους, αντήχησαν όπλων βροντές και όρκοι λευτεριάς, αντιλαλήσανε τραγούδια πολεμικά.

Το νησί δεν είχε ακόμη συνέλθει από το δεκαετή πόλεμο για ανεξαρτησία του 1821. Έναν πόλεμο που είχε ρημάξει το νησί. Δεν είχαν ακόμη επουλωθεί οι χαίνουσες πληγές στο κορμί της μαρτυρικής Κρήτης. Συνεπαρμένοι από τα ιδανικά της ελευθερίας οι παππούδες μας συντηρούσαν τη σπίθα στη χόβολη και το 1866 την έκαναν πυρκαγιά. Το Μάιο του 1866 οι επαναστάτες επέδωσαν υπόμνημα στο οποίο περιέγραφαν τη βαριά φορολογία και τη σκληρή καταπίεση της τουρκικής διοίκησης. Ο σουλτάνος απέρριψε το αίτημα και οι Κρήτες κήρυξαν την ένωση με την Ελλάδα, προσκαλώντας το λαό στα όπλα τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου. 

Ο Σουλτάνος ανησυχούσε για το νέο ξέσπασμα των Κρητικών και αντικατέστησε τον Ισμαήλ  με το Μουσταφά Πασά το λεγόμενο Γκιριτλή. Ο νέος αρχηγός  έφτασε 30 Αυγ. 1866 και κάλεσε τους Κρήτες να δηλώσουν υποταγή. Η Γενική Συνέλευση απέρριψε τις προτάσεις του Μουσταφά με το σύνθημα «Ένωσις ή Θάνατος» και οι πολεμικές επιχειρήσεις συνεχίστηκαν εντονότερες. Η Ένωση ήταν η μεγάλη κραυγή η οδηγήτρα των αγώνων τους. Η παλιά δίψα για λευτεριά  ξανάκαιγε τα σωθικά του Κρητικού, τα φλόγιζε σα θεοτική φωτιά.

Στο νομό Χανίων αρχικά οι Κρήτες σημειώνουν επιτυχίες. Όμως ο Μουσταφάς διέλυσε τους επαναστάτες που πολιορκούσαν τη Μαλάξα και την Κάνδανο και στις 12 Οκτωβρίου τους νίκησε στο Βαφέ Απορώνου προξενώντας τους μεγάλες απώλειες. Το ηθικό των επαναστατών κάμφθηκε. Έπειτα βάδισε προς τα ρεθεμνιώτικα. Με πλήρες στρατηγικό σχέδιο προχώρησε τη νύχτα της 7ης προς 8ης Νοεμβρίου από το Ρέθυμνο προς τη μονή Αρκαδίου. Οι έγκλειστοι αποφάσισαν το ολοκαύτωμα από την παράδοση.

Η εθελοθυσία του Αρκαδίου αφύπνισε την Ευρώπη και δίδαξε στον πολιτισμένο κόσμο πως οι Κρήτες ήταν αποφασισμένοι να ζήσουν ελεύθεροι ή να πεθάνουν. Μετά το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου ο Μουσταφά πασάς επιστρέφει στα Χανιώτικα σημειώνοντας επιτυχίες στην Κυδωνία, στο Σέλινο και στα Σφακιά. Στη συνέχεια στρέφεται ανατολικότερα στο Μαλεβίζι και στην ανατολική Πεδιάδα. Στις 13 Οκτωβρίου ο τουρκικός στρατός με 8000 άνδρες χτύπησε και νίκησε τους επαναστάτες στην Κασταμονίτσα.

Τέλη Δεκεμβρίου του 1866 έφτασε στην Κρήτη με το ατμόπλοιο «Πανελλήνιον» ο Μανιάτης συνταγματάρχης Δ. Πετροπουλάκης επικεφαλής σώματος 350 εθελοντών.Ο Μουσταφάς απέτυχε να καταστείλει την επανάσταση που αντίθετα φούντωνε σε πολλά σημεία. Υπό την πίεση και της διεθνούς κοινής γνώμης για τις ωμότητες που διέπραξε, ανακλήθηκε και αντικαταστάθηκε από τον Μιχαήλ Λάττα Κροάτη εξωμότη γνωστό ως Ομέρ πασά, ο οποίος αποβιβάστηκε στα Χανιά με 30.000 στρατό το Μάρτιο του 1867. Ο Ομέρ είχε ξεκαθαρίσει αμέσως ως βασικούς στόχους τα Σφακιά και το Λασίθι. 

« Αν δε μερέψω τα Σφακιά, να κάψω το Λασίθι

κι αυτό τον Αποκόρωνα, δεν ημερεύγει η Κρήτη »

Αφού απέτυχε να εισβάλει στα Σφακιά τον Απρίλιο, άφησε ένα μέρος του στρατού για να απασχολεί τους επαναστάτες της δυτικής Κρήτης και κινήθηκε ανατολικότερα. Παρενοχλούμενος διαρκώς από τους Κρητικούς σε Μυλοπόταμο και Μαλεβίζι, έφτασε στο Ηράκλειο και στρατοπέδευσε στο Καστέλλι Πεδιάδος με σκοπό να υποτάξει το Οροπέδιο Λασιθίου. Το Οροπέδιο ήταν για την ανατολική Κρήτη ότι τα Σφακιά για τη δυτική: το καταφύγιο, το ορμητήριο αλλά και ο σιτοβολώνας των επαναστατών. 

Οι επαναστάτες περίμεναν τον τουρκικό στρατό από τις γνωστές εισόδους του Λασιθιού, τους ημιονικούς δρόμους: Σελί Αμπέλου, Καράς το Πηγάδι, Τσούλη Μνήμα και είχαν  οργανώσει την άμυνά τους. Ο Ομέρ άρχισε αναγνωριστικές κινήσεις προκειμένου να παραπλανήσει τους επαναστάτες κάνοντάς τους να πιστέψουν ότι επιχειρεί την ανάβαση από τα συγκεκριμένα σημεία, και στη συνέχεια μ’ ένα ευφυές κυκλωτικό σχέδιο, παρέκαμψε αυτά τα περάσματα και εισέβαλε με τον κύριο όγκο του στρατού του, από τη Γερακιανή Λαγκάδα και στη συνέχεια τη Λαγκάδα της Πλάτης στο Οροπέδιο Λασιθίου στις 21 Μαΐου 1867. Μια μικρή φρουρά από εκατό άνδρες  υποχώρησε μπροστά στον όγκο του τουρκοαιγυπτιακού στρατού. Ταυτόχρονα ένα άλλο πολυάριθμο τμήμα υπό το Ρεσίτ πασά, συνέτριψε τη φρουρά του Πετροπουλάκη στης Καράς το Πηγάδι και ανέβηκε στον Λασίθι.

                           Οι μάχες στο Οροπέδιο Λασιθίου

Συναρχηγός του Ομέρ επικεφαλής των Αιγυπτιακών στρατευμάτων ήταν ο Ισμαήλ Φερίκ Πασάς. Ο Ισμαήλ ήταν το χριστιανόπουλο ο Μανόλης, ο γιος του παπά Φραγκιού Καμπάνη από το Ψυχρό, αιχμαλωτισθείς με τ’ αδέλφια του Αντώνιο και Ιωάννη το Γενάρη του 1823 από τα αιγυπτιακά στρατεύματα του Χασάν. Στην Αίγυπτο ανέβηκε την ιεραρχία και έγινε ανώτατος αξιωματικός του αιγυπτιακού στρατού φτάνοντας στο βαθμό τίτλο του Φερίκ (Αντιβασιλέα). Ο έτερος αδελφός ο Αντώνης, πλούτισε στην ξενιτιά ήρθε στην Αθήνα πάμπλουτος, έγινε μέλος της Επιτροπής του Αγώνα, αγόραζε όπλα και πολεμοφόδια ενισχύοντας τους επαναστάτες.

                          Η Μάχη της 21ης Μαΐου 1867

Με την είσοδό του ο  εχθρός καταλαμβάνει την «Πέρα Ρίζα» από το Καμινάκι μέχρι την Πλάτη ενώ οι επαναστάτες ανασυντάσσονται καταλαμβάνοντας την «Πόδε Ρίζα», από το Πινακιανό μέχρι την Κρουσταλλένια. Στο μοναστήρι της Κρουσταλλένιας βρισκόταν το στρατηγείο των επαναστατών. Εδώ βρισκόταν η επιτροπή του αγώνα και μέρος της  αποθήκης των πολεμοφοδίων. Ένα τμήμα του τουρκικού στρατού προσπαθεί να διασχίσει τον Κάμπο και να χτυπήσει τους επαναστάτες. Οι αρχηγοί Κόρακας και Σφακιανάκης ξεχύνονται στον Κάμπο για να αναχαιτίσουν την πορεία του τουρκικού ιππικού. Η γιγαντομαχία ξεκινά από τις 5 το πρωί και διαρκεί ως τις 10 το βράδυ. Οι επαναστάτες κατορθώνουν να τρέψουν σε άτακτη φυγή τον εχθρό απωθώντας τον δυτικά στον Αφέντη, επιφέροντάς του μεγάλες απώλειες, όπως γράφει ο ποιητής Κωνσταντινίδης

« Σειούνται οι κάμποι, τρέμ’ η γη, εμαύρισεν η μέρα

τους Τούρκους εζυγώνανε ως το Ψυχρό  ’ποπέρα.

……Το βράδυ λογαριάζουνε και λέγουν του Ομέρη,

πως δυο χιλιάδες σήμερον λείπουν από τ’ ασκέρι ».  

Η γιγαντομαχία αυτή της 21ης Μαΐου στάθηκε από τις πιο σημαντικές της επανάστασης. Ταυτόχρονα οι επαναστάτες κάνουν έκκληση προς την υπόλοιπη Κρήτη και Ελλάδα για προμήθεια σε όπλα και πυρομαχικά..

                          Η Μάχη της 23ης Μαΐου 1867

Οι μάχες συνεχίστηκαν στις 23 Μαΐου σε δύο μέτωπα. Το ένα μέτωπο με επικεφαλής τον Κόρακα χτυπά τους επαναστάτες στο Καμινάκι αναγκάζοντας τον εχθρό να οπισθοχωρήσει στο Μαγουλά και από κει στο Ψυχρό. Εκεί ανατολικά του Ψυχρού προς τον Κάμπο έγινε άγρια μάχη με ήρωες τον Κόρακα και τους κενταύρους του.

Ο ήρωας Ηρακλής Κοκκινίδης, γενναίος οπλαρχηγός Μαλεβυζίου, έλαβε μέρος στη Μάχη του Λασιθίου, περιγράφει παραστατικά  ” την ένδοξον μάχη“,   και τονίζει «την ανδρείαν και καρτερίαν των ημετέρων ανδρών και καπεταναίων» οι οποίοι καταδίωξαν τους Τούρκους τρέποντάς τους «εις αισχράν φυγήν» από το χωριό Ψυχρό την 23η Μαΐου, τους κυνήγησαν στην πεδιάδα και τους ανάγκασαν να υποχωρήσουν στις υπώρειες του βουνού Αφέντης.  

Ταυτόχρονα τις ίδιες ώρες ένα τμήμα τουρκικού στρατού από την Πλάτη, Γεροντομουρί και Κάτω Μετόχι κινείται προς το Πινακιανό. Οι επαναστάτες βάλλονται από τα κανόνια και τα τουφέκια του Ομέρη«Αι σφαίραι του εχθρού έπιπτον εν είδη ραγδαίας χαλάζης» αναφέρει ο πρωταγωνιστής των μαχών οπλαρχηγός Μεραμβέλλου Κων/νος Σφακιανάκης στην έκθεσή του. Οι μάχη κράτησε ως τις 8 το βράδυ χωρίς να μπορέσουν οι Τούρκοι να απωθήσουν τους επαναστάτες από τις θέσεις τουςΣτις 24 Μαΐου γίνεται ανακωχή για να θάψουν οι αντίπαλοι τους νεκρούς τους.

                     Η Μάχη της 29ης Μαΐου 1867

Τη νύχτα της 28ης προς την 29ης Μαΐου ο Ομέρ έστειλε στο οροπέδιο του Λιμνάκαρου  τρία τάγματα πεζικού, χωρίς να τον αντιληφθούν οι επαναστάτες. Το πρωί ο εχθρός αξιοποιώντας την επικρατούσα ομίχλη κατέλαβε όλα τα χωριά της νότιας πλευράς μέχρι την Κρουσταλλένια. Βρίσκεται δηλαδή στα νώτα των επαναστατών και σε κοντινή μ’ αυτούς απόσταση. Έτσι το μεσημέρι της 29ης Μαΐου, ο κλοιός στενεύει αφού απέμεινε στην κατοχή των χριστιανών μόνο ένα μικρό τμήμα βόρεια, από το Μαρμακέτω μέχρι το Τζερμιάδω. Οι Τούρκοι χτυπούν τις θέσεις των επαναστατών για να ολοκληρώσουν την κατάληψη του Οροπεδίου. Μετά από δίωρη σκληρή μάχη οι επαναστάτες κατόρθωσαν να διατηρήσουν τις θέσεις τους και να απωθήσουν τους εχθρούς στις σκηνές τους.

                   Η Μάχη της 30ης Μαΐου 1867 

Την 30η  Μαΐου ο τουρκικός στρατός, βρισκόμενος στη μέση του Κάμπου  χωρίστηκε σε δυο τμήματα χτυπώντας τους επαναστάτες το ένα ανατολικά  προς το Μέσα Λασίθι και το άλλο βόρεια προς το Τζερμιάδω. Το πρώτο τμήμα κατεδίωξε τους επαναστάτες ως τη θέση Ζάρωμα. Πυρπόλησε τους ανεμόμυλους και έριξε φωτιά στους τραυματίες επαναστάτες. Οι άνδρες που υπεράσπιζαν το Τζερμιάδω υποχώρησαν στη Σελένα προκειμένου να προστατέψουν τα γυναικόπαιδα και να εφαρμόσουν κανόνες κλεφτοπολέμου.

                         Το  τέλος των μαχών

Οι σκληρές μάχες στο Οροπέδιο ήταν ένας αγώνας άνισος : επειδή ήταν η πρώτη φορά που οι Κρητικοί με παλιό και ανεπαρκή εξοπλισμό, με ελάχιστο ιππικό, μάχονταν σε πεδιάδα και πολεμούσαν σώμα με σώμα  απέναντι σε έναν υπέρτερο εχθρό με άρτιο εξοπλισμό και επαρκή εφοδιασμό.  Ο τουρκοαιγυπτιακός στρατός αριθμητικά υπέρτερος επικράτησε τελικά. Τα χωριά του Λασιθίου παραδόθηκαν όπως και το Γενάρη του 1823 στις φλόγες και στην ολοκληρωτική καταστροφή. Όσους άμαχους βρήκαν στα χωριά τους σκότωσαν. 

Οι εκθέσεις των ιστορικών βρίθουν από βιαιοπραγίες στον άμαχο πληθυσμό και ανήκουστα τερατουργήματα: σφαγές, βιασμούς, λεηλασίες εμπρησμοί χωριών και εκκλησιών, αρπαγή κινητής περιουσίας κ.ά. που  ο ανθρώπινος νους αδυνατεί να συλλάβει. Δεν είχε τόπο, δεν είχε πατημασιά στον Κάμπο και στα τριγύρω υψώματα που να μην ποτίστηκε με αίμα. Το Λασίθι, η λάμψη του διαμαντιού, το περβόλι του κόσμου, ο ωραιότερος τόπος της γης, είχε μετατραπεί σε κρανίου τόπο, σ’ ένα κάψαλο. Παντού η καταστροφή και η ερήμωση από τις ορδές του νέου Ατίλλα.

Ο ποιητής Κωνσταντινίδης Ιωάννης αυτόπτης μάρτυς  περιγράφει με τα μελανότερα χρώματα την καταστροφή του Οροπεδίου Λασιθίου από τον Ομέρ πασά.

« […]  όπου στραφείς ένα κορμί νεκρό θεν’ απαντήσεις.

Χωριό δε βρίσκεις να σταθείς, δεντρό για ν’ ακουμπήσεις.

Τα χόρτα εμαράθηκαν κι όλα τα δέντρ’ ακόμα

Και μαύροι βγαίνουν στεναγμοί από της γης το χώμα.

Έκαμε τόση ρημαγή απ’ όπου κι αν περνούσε

που σκύλος να ’ταν άνθρωπος, πάλι θα τα πονούσε […] ».

Μ’ αυτόν τον τραγικό τρόπο  τελείωσε η τιτανομαχία του Λασιθίου που κράτησε 10 μέρες και συγκλόνισε το πανελλήνιο.  Οι  3000 επαναστάτες  με παλιό οπλισμό και πολεμοφόδια αντιμετώπισαν 30.000 τακτικό στρατό άριστα εξοπλισμένο με 3.000 ιππείς και εξασφαλισμένο ανεφοδιασμό και τροφοδοσία. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι πολλοί από τους Κρήτες δεν έλαβαν μέρος στις μάχες λόγω έλλειψης φυσεκίων. Μετά τις συγκρούσεις ο Ομέρ έμεινε για λίγες μέρες στο Λασίθι για να ολοκληρώσει την καταστροφή και επέστρεψε στο Καστέλι.

                   Μετά τη Μάχη – Ο Ομέρ προς τα δυτικά

Στη συνέχεια ο Ομέρ υπέταξε τη Μεσαρά στις 13 Ιουνίου 1867 και κατόπιν κατευθύνθηκε  στο νότιο Ρέθυμνο εισέβαλε στα Σφακιά καταστρέφοντας την επαρχία για μια ακόμη φορά. Ο Ομέρ επέστρεψε στα Χανιά, απ’ όπου έστειλε μήνυμα στο Σουλτάνο ότι η επανάσταση κατεπνίγηΤο πλούσιο νησί, το δοξασμένο, το περήφανο, έβγαινε για μια ακόμη φορά καταστραμμένο και αιματοβαμμένο. Θα ακολουθήσει αντίσταση των Κρητών μέχρι και την άνοιξη του 1868 και η παραχώρηση του Οργανικού Νόμου  η παραβίαση του οποίου αποτέλεσε την αιτία για τις επόμενες επαναστάσεις.

Ολόκληρος ο 19ους αιώνας ήταν για τους Κρήτες προγόνους μας αιώνας επαναστάσεων, αιώνας εθελοθυσιών, για τα ιερά και τα όσια για τις ύψιστες αξίες, τη γλυκιά ελευθερία και την πολυπόθητη Ένωση. Το Μάη  του 1867, η Κρήτη βρισκόταν υποταγμένη όχι από το σθένος αλλά από τον αντίπαλο αριθμό.

Κι αν τώρα θεωρούμε τη Λευτεριά  δεδομένη, τα χρόνια εκείνα απαίτησε ποταμούς αιμάτων και όμβρους δακρύων για να κατακτηθεί. Αμέτρητες θυσίες, ζωές  νέων ανθρώπων, υλικές καταστροφές αποκαΐδια γκρεμισμένες σκεπές σπιτιών, ανατροχαλιασμένοι τοίχοι και γκρεμισμένα όνειρα, ξεριζωμοί και προσφυγιά, επιστροφή στα πάτρια και νέοι αγώνες, επανεκκίνηση από το μηδέν, ένας διαρκής, αέναος αγώνας για τ’ όνειρο της λευτεριάς.    

 Σεβασμιώτατε,

Κυρίες και κύριοι,

Σ’ αυτό το ιστορικό μεταίχμιο, γινόμαστε μνήμονες του παρελθόντος, αφυπνιζόμαστε,  ανατρέχουμε  να αναβαπτιστούμε στις αξίες και τα ιδανικά της φιλοπατρίας και της ελευθερίας. Ερχόμαστε να προσκυνήσουμε σ’  έναν μαρτυρικό τόπο, στο Λασίθι, εδώ  που το Μάιο του  1867 χτύπησε δυνατά η καρδιά της Κρήτης. Χτύπησε δυνατά η καρδιά της Μάνας Ελλάδας, αντικρίζοντας την αιμaτοβαμμένη πρωτοκόρη γεμάτη πληγές να την κράζει στην αγκαλιά της. Εδώ στο Λασίθι, που οι νικημένοι της στιγμής, γίνηκαν νικητές στην αιωνιότητα.

Ευλαβείς προσκυνητές λοιπόν σήμερα σ’ αυτόν τον μαρτυρικό τόπο. Στο ολοκαύτωμα ψυχών και σωμάτων που συγκίνησε τον κόσμο.  Κλίνουμε νοερά το γόνυ στον ιερό αυτό τόπο – σύμβολο, στο μνημείο της θυσίας των αθάνατων νεκρών μας και υψώνουμε με ευγνωμοσύνη το νου και την καρδιά μας στους ελευθερωτές, στους ήρωες  και μάρτυρες του ηρωικού αγώνα του 1867 αλλά και όλων των επικών κρητικών επαναστάσεων του 19ου αιώνα. 

Υποκλινόμαστε με βαθύ σεβασμό στον ηρωικό αγώνα των παππούδων μας στο Λασίθι. Σ’ αυτή τη μεγαλειώδη έκρηξη της υπέροχης Κρητικής ψυχής που αφυπνίζει και φωτίζει. Το μήνυμά της επετείου είναι λιγόλογο, το μήνυμά της είναι καθάριο, μιλά μονάχα στις καρδιές π’ οδεύουνε στη λύτρωση, που ξέρουνε πως το μονοπάτι του αγώνα και της θυσίας βγάζει πιο σίγουρα στο ξέφωτο της Λευτεριάς.  

Ατενίζουμε τη δόξα μοναχή κι ολόλαμπρη, ν’ ανεβαίνει στα επουράνια να στεφανώσει τις μορφές του Καζάνη και του Βασιλογιώργη. Εκεί ψηλά με τ’  αγιάζι της ουράνιας ομορφιάς να σέρνουν πρώτοι στον πεντοζάλη των αγγέλων, μακαρίζοντας τα άξια τέκνα τους που συνέχισαν την ιερή τους παρακαταθήκη.

Κι έπειτα χαμηλώνοντας να κατεβαίνει στα επίγεια. Την ατενίζουμε με υπερηφάνεια να φτερουγίζει από τα Λευκά όρη και τον  Ψηλορείτη, στα Λασιθιώτικα όρη, να φτάνει στον Κάμπο του Λασιθιού και «να μελετά τα λαμπρά παλλικάρια».Να φτερουγίζει  στα πλάγια και στις κορφές του Αφέντη, στην Πλαθιανή Λαγκάδα, στης Καράς το Πηγάδι , στου Τσούλη το Μνήμα και στο Σελί της Αμπέλου. Στις κορφές της Σελένας και της Αλόιδας για να στεφανώσει τους άντρες τους αγέρωχους και ευκλεείς. Τους άντρες τους φανήσιμους και καστροπολεμάρχους

Τον Μηλιαρά και τον Καζανάκη. Τον Κόρακα και τον Κοκκινίδη. Το Σφακιανάκη και τον Κοκκίνη. Τον Κοζύρη, τον Ξανθουδίδη, τον Τριφύτσο κι όλους εκείνους τους σπουδαίους πολεμιστές!  οπλαρχηγούς και απλούς αγωνιστές. Τους ένδοξους  μαχητές μας, που έμπαιναν στον πόλεμο και τον έκαναν πανηγύρι. Τους ήρωές μας που μπαίνοντας στου πολέμου το καμίνι, πολεμώντας δόθηκαν στη λευτεριά του χάρου !!! Τους μαχητές που δεν τους νίκησε ο αυτοκρατορικός στρατός του Σουλτάνου. Τους νίκησε ο ψυχρός και αδάμαστος αριθμός.

Κρατάμε μέχρι τώρα αυτά που μας παράδωσαν και τους υποσχόμαστε ότι είμαστε έτοιμοι και στο μέλλον να υποστούμε κάθε θυσία για να υπερασπιστούμε τα όσια και τα ιερά της φυλής. Να  καταπολεμήσουμε τη διχόνοια κάνοντας πράξη την ομοψυχία, την ενότητα και την αδερφοσύνη, να διατηρήσουμε τις παραδόσεις μας, να ενισχύσουμε την εθνική μας ταυτότητα, να υπερασπιστούμε την ιστορία και τον πολιτισμό μας. Διδάσκοντας στα παιδιά μας την Ιστορία της Κρήτης μας που δεν την γνωρίζουν γιατί δεν υπάρχει στα σχολικά εγχειρίδια. Γιατί σ’ αυτούς τους καιρούς της παγκοσμιοποίησης, ομογενοποίησης, του σμάρτφον, του τάμπλετ και της επίπλαστης ευμάρειας η αμάθεια και ο ωχαδερφισμός, είναι ο μεγάλος ύπουλος εχθρός που θα μας αλλοτριώσει και θα μας υποτάξει.

Πρώτιστη επιταγή και εθνικό μας  πρόταγμα είναι η διαφύλαξη της ιστορικής μνήμης, των αξιών και της ιερή τους παρακαταθήκης ως κόρης οφθαλμού. Το άναμμα των κεριών στο μανουάλι της μνήμης τους. Χρέος μας να ρίχνουμε άφθονο λάδι στο καντήλι της θυσίας τους για να συντηρήσουμε τη φλόγα που θα φωτίζει και θα οδηγεί τα βήματά μας στο δρόμο της αξιοπρέπειας, της προόδου και της αρετής”.

Back to top button